Γράφει η Γεώρα
Στοίβαξα όνειρα, αγάπες, επιθυμίες και θέλω! Τα έβαλα όλα σε μία γωνία να στέκουν εκεί. Και συνέχεια πρόσθετα και άλλα χωρίς να σκεφτώ πως όλα αυτά κάποια στιγμή θα πέσουν και θα μου κλείσουν τον δρόμο.
Και μια μέρα έπεσαν. Και μου έκλεισαν τον δρόμο. Και αντίκρισα όνειρα, θέλω, επιθυμίες και αγάπες γρατζουνισμένα μα ακόμα είχαν τα χρώματά τους και την τότε ανεμελιά τους.
Καθώς προσπαθούσα να τα μαζέψω, γλιστρούσαν από τα χέρια μου, θόλωσαν τα μάτια μου από το βούρκωμα και δεν κατάφερα να συγκρατήσω τα δάκρυά μου. Πλάνταξα στο κλάμα. Κάθισα εκεί να τα πάρω αγκαλιά. Να πάρω αγκαλιά εμένα. Ότι είχε απομείνει από εμένα.
Ήταν δικά μου όλα αυτά. Όνειρα που τα έχτισα μερόνυχτα. Και είχαν ήλιο μέσα τους και στοργή. Και εγώ έπεσα θύμα της λογικής. Κάποια στιγμή έλεγα θα τα πραγματοποιήσω! Κάποια στιγμή, αόριστη πρόταση, την παίρνει ο άνεμος, την ταλαντεύει, την ζαλίζει, την μπερδεύει και δεν γυρίζει πίσω.
Μόνο, μόνο αν κάτι συνταρακτικό συμβεί, τότε επιστρέφει για να μας ταρακουνήσει. Μόνο όταν εσύ λυγίσεις από τα «Δεν μπορώ άλλο», όταν ζητάς απεγνωσμένα τα όνειρά σου! Τότε μόνο επιλέγεις συνειδητά να διεκδικήσεις τα όσα σου ανήκουν!
Ναι, εκείνα τα όνειρα που κάποτε έκανες, εκείνα τα θέλω που άφησες γιατί θεώρησες πως δεν σου αξίζουν και εκείνα τα σ’αγαπώ που έμειναν ανείπωτα και κατάφερες να τα κρύψεις καλά, πείθοντάς σε πως είναι όλα τακτοποιημένα μέσα σου.
Μα πόσο αφελής υπήρξα! Τώρα στέκω εδώ να με αγκαλιάζω, να γιατρεύω τις πληγές που μόνη μου άνοιξα σε εμένα! Κάποτε στοίβαξα όνειρα, αγάπες, επιθυμίες και θέλω! Τώρα στοιβάζω ανόητα πρέπει, κριτικές, μίση, σωστά των άλλων και προχωράω με εκείνα που κάποτε άφησα στην άκρη με το αιτιολογικό πως κάποτε θα τα πραγματοποιήσω! Καιρός λοιπόν να αρχίσω, αρκετό χρόνο έχασα!