Γράφει η Ζωή Τριανταφυλλοπούλου
Ένα τηλεφώνημα. Από το πουθενά και χωρίς λόγο φαινομενικά. Αντίδραση στους δαίδαλους μιας άρρωστης ψυχής που, επειδή η πραγματικότητα σου δεν την περιλαμβάνει, το θεωρεί σαν την καλύτερη δικαιολογία για να κάνει τη ζωή σου άνω κάτω. Πουτάνα όλα, που λένε γρήγορα, εύκολα και χωρίς τύψεις. Δράση που γίνεται τιμωρία για την έλλειψη. Μάθημα δύσκολο για τις ατελείωτες σιωπές που ποτέ δεν βρήκαν το θάρρος των λέξεων τους να βγουν από το μπουκωμένο σου λαιμό. Κι έγιναν άλλοθι σε μια κίνηση, κάπου, κάπως, κάποιου, που μοιάζει με Θεία Δίκη. Με τιμωρία στην τάχα μου αλαζονεία μιας ζωής που ψάχνει τη χαρά και το νόημα σ’ άκυρα σημεία, ενώ αναπαύεται στη μιζέρια της βολής της.
Και πιάνεις τον εαυτό σου ξαφνικά να μετρά από το μηδέν απουσίες, παρουσίες, ζητούμενα κι υπαρκτά, ενώ προσπαθεί μάταια να απαντήσει σε ένα γιγάντιο «γιατί». Ζύγισε στιγμές στο παρόν, στο παρελθόν, εκεί που σχεδόν αγωνιωδώς προσπαθείς να βρεις το δικό σου αληθινά καλά, να βρεις εσένα παρόντα κι αναρωτιέσαι που πήγες. Που σε έχασες, που είναι η χαρά της ζωής που εσύ έχεις ανάγκη; Που είσαι τώρα μου λες; Γιατί γίνονται όλα αυτά; Γιατί ακούς στερεοφωνικά από μέσα “καλά να πάθεις” σε 24ωρη βάση σαν μάντρα προσευχής;
Μήπως όλο αυτό σε σπρώχνει σε αναγκαστική επανεκκίνηση από το μεγαλόπονο, κατά τα κοινώς λεγόμενα, σύμπαν; Αλλιώς τι; Ορίστε λοιπόν Παιχνιδιάρικε Θεέ του Σύμπαντος Κόσμου, βάρα. Συνέχισε. Κι οι δύο μας ξέρουμε ότι αντέχω! Χρόνια πολλά τώρα αυτό κάνω άλλωστε, αποδεικνύω συνέχεια ότι τα καταφέρνω. Πάντα, με οποιαδήποτε συνθήκη.
Σε παρακαλώ όμως, αν θες άσε με λίγο να ξεκουραστώ. Άσε με να χουχουλιάσω στο χώμα που μ έριξες, να κουλουριαστώ ανενόχλητη. Η γη είναι μάνα, ξέρει, θα μ’ αφήσει έστω μπρούμυτα πάνω της. Και βλέπουμε. Είναι και χειμώνας βλέπεις κι οι αγκαλιές πολυτιμότερες από ποτέ. Και δυσεύρετες, σαν ακριβοθώρητος θησαυρός! Κι εγώ ίσως πρέπει να αγκαλιάσω τις ρίζες μου. Να αγκαλιάσω εμένα και να μ’ αφήσω να γίνομαι αντιήρωας, μαύρο πρόβατο σε μιαν αγέλη με άγιους υποκριτές κι όχι η καλή νεράιδα που θυσιάζεται για τη μαγεία της καλοσύνης των άλλων. Ίσως..