Γράφει ο Τριστάνος
Μεγάλωσα πια, για να συμβιβάζομαι γι’ αυτά που μπορώ να έχω και όχι για αυτά που θέλω να έχω!
Μεγάλωσα πια, για να συμβιβάζομαι για αυτά που πρέπει να κάνω και όχι για αυτά που ΘΕΛΩ να κάνω!
Βαρέθηκα να σηκώνω βάρη που δεν μου αναλογούν και να ευελπιστώ να με βοηθήσουν, αυτοί που μου τα φόρτωσαν!
Βαρέθηκα να επιτρέπω να συμμετέχουν στα όνειρα μου, αυτοί που δεν σκοπεύουν να μου τα υλοποιήσουν!
Χόρτασα από λόγια και υποσχέσεις απλόχερα δοσμένες από ευγενείς πρίγκηπες, που αποδείχθηκαν πιο μουλάρια από αυτά που καβαλούσαν.
Χόρτασα από μέτρια συναισθήματα στις δικές μου θύελλες, που αντί να τις μετατρέψουν σε δύναμη και ενέργεια, φρόντισαν να τις υποτάξουν, για να τις φέρουν σε βολεμένα άδεια κουτάκια, παρακμιακής ανασφάλειας!
Με κούρασαν τα δράματα και τα αέναα θύματα “αμφισβητούμενων πολέμων”.
Με κούρασαν τα βλέμματα από αποτυχημένους επαναστάτες που αντιδρώντας σε ψυχολογικά τραύματα, οριοθέτησαν τις ευκαιρίες τους, στην αυτολύπηση και στην συμπόνια μου.
Μεγάλωσα και θέλω καθαρά μάτια και χαμόγελα. Ζωές που δεν “κρύβονται” στο παρελθόν, αλλά προσδοκούν ένα κοινό συνταρακτικό μέλλον.
Φίλους λίγους που δεν αποσκοπούν σε βραχυπρόθεσμο όφελος, αλλά νοιάζονται πραγματικά για αυτόν που ονομάζουν “αδερφό τους”.
Θέλω στιγμές που κόβουν την ανάσα και ανεβάζουν τους χτύπους της καρδιάς, ξυπνώντας το κορμί από το λήθαργο.
Εικόνες που θα κλέβουν την παράσταση και την ώρα που κλείνω τα μάτια το βράδυ, θα χορεύουν ακόμα μπροστά μου με πάθος.
Θέλω αγκαλιές, από κείνες που κάνουν όλα τα διαλυμένα κομμάτια μέσα σου, να ενωθούν σε μία καινούρια χαρούμενη σύνθεση.
Να ταξιδέψω σε μέρη που δεν έχω πάει, με μοναδικό εφόδιο ένα ζεστό αληθινό χέρι ή ακόμη και παρέα μόνο τον εαυτό μου.
Θέλω να μην λάβω υπόψιν μου, κανέναν ξανά, όταν με κρίνει δίχως να έχει μπει στα δικά μου παπούτσια!
Μεγάλωσα πια και πήρα απόφαση να απολαύσω την κάθε μου μέρα όσο μπορώ καλύτερα, διότι η κλεψύδρα αδειάζει και κανείς δεν πρόκειται να την γεμίσει ξανά!