Γράφει ο Γιώργος Καραγεώργος
Επιτέλους!
Η παράσταση τους ξεκίνησε!
Κάπου εκεί, μέσα στον Σεπτέμβρη.
Ετοιμάζονταν πολύ καιρό τώρα, ο κάθε ένας μονός του άλλα και οι δυο μαζί. Χωρίς να το ξέρουν, χωρίς κάνεις από τους δυο να γνωρίζει τι ένιωθε ο άλλος.
Kάνεις δεν τολμούσε να μιλήσει, κάνεις δεν το παραδέχονταν… δεν έπρεπε!
Όμως, πότε τα πρέπει νίκησαν τα θέλω; Ποτέ η φωτιά σταμάτησε με φωτιά;
Είχε έρθει η ώρα, οι συνθήκες ήταν ώριμες πια, είχε φτάσει η ώρα της δικής τους παράστασης.
Και έπρεπε να είναι όπως την ονειρευόταν, έπρεπε να είναι μεγαλειώδης, όπως τους άξιζε!
Δεν είχαν τεχνικούς, φροντιστές, σεναριογράφο ή ηχολήπτες. Ούτε καν θεατές δεν είχαν.
Κανέναν δεν προσκάλεσαν, δεν πούλησαν εισιτήρια, δεν έκαναν διαφήμιση. Μονοί τους ήταν!
Ήταν μια παράσταση για δυο, αυστηρά για δυο και κλείστηκε δυο μέρες μετά από εκείνο το μαγικό ξημέρωμα στο παγκάκι τους.
Ναι! Μέσα σε δυο μέρες τα ετοίμασαν όλα, όλα ήταν έτοιμα πια.. Αλλά κυρίως ήταν έτοιμοι αυτοί οι δυο. Πιο πολύ από ποτέ, πιο έτοιμοι από ποτέ!
Σήμερα είχαν πρεμιέρα! Και όπως σε κάθε πρεμιέρα, η αγωνιά ήταν εκεί, μαζί με την λαχτάρα, ίσως και μαζί με έναν ανεξήγητο φόβο.
Μπήκε στο αυτοκίνητο του το απογευμα. Το πρώτο τους απόγευμα, το πρώτο τους σόου!
Έφτασε, πάρκαρε, δίστασε λίγο να κατεβεί και έκανε ένα τελευταίο τσιγάρο με το ραδιόφωνο ανοικτό. Αλλά τίποτα δεν άκουγε, μονό σκεφτόταν.
Θεέ μου! Ποσά πράγματα σκεφτόταν!
Κατέβηκε και μέχρι να φτάσει στην εξώπορτα της έκανε ώρες, έτσι του φάνηκε, κι ας ήταν μόλις λίγα μετρά.
Ανέβηκε τα σκαλιά και νόμιζε ότι σκαρφαλώνει στην πιο επικίνδυνη και συνάμα πιο γοητευτική κορυφή του κόσμου.
Η πόρτα ήταν ανοικτή και τον περίμενε, με ένα αμήχανο χαμόγελο, με χέρια ιδρωμένα και τους σφυγμούς σε επικίνδυνα επίπεδα.
Κατάφεραν να φτάσουν μέχρι τον καναπέ, με τα πόδια κομμένα από την αγωνιά και το άγχος, από την πίεση της πρεμιέρας!
Της πρεμιέρας που από την πρώτη στιγμή, από την πρώτη ματιά, έμοιαζε αναπόφευκτη, βέβαιη σαν μοίρα, σαν πεπρωμένο!
Λες και αυτοί οι δυο είχαν γεννηθεί για να ενωθούν, για το μαζί, για αυτό το δύο που πρέπει να γίνει ένα!
Λίγα λόγια, απαραίτητα για να έρθουν οι σφυγμοί σε σχετικά φυσιολογικά επίπεδα και όλα ξεκίνησαν!
Έπεσε πάνω της σαν σαρκοφάγο αρπακτικό, χωρίς να είναι ξεκάθαρο ποιος ήταν το θήραμα και ποιος ο κυνηγός, δεν είχε σημασία.
Σημασία είχε η στιγμή, σημασία είχε αυτό που συνέβαινε εκείνη τη στιγμή.
Την φίλησε σαν να ήταν η τελευταία φορά και ας ήταν η πρώτη τους.
Κάτι λίγα ενοχλητικά ρούχα, σε λίγο δεν υπήρχαν πάνω τους και τώρα ήταν οι δυο τους, χωρίς εμπόδια, χωρίς πρέπει ανάμεσά τους.
Αυτός και εκείνη, αυτό που ήθελαν, αυτό που ζητούσαν, αυτή η λύτρωση!
Τα κορμιά τους γυμνά, παραδομένοι σε έναν άνευ όρων παράδεισο, χωρίς μήλο, χωρίς φίδι, χωρίς διάβολο, μόνο αυτοί και ο Θεός!
Παραδομένοι σε έναν έρωτα μοιραίο, σε έναν έρωτα αλήτη και πρόστυχα όμορφο!
Δίχως κανόνες και πρέπει, δίχως όρους και μη, σαν στυγνοί δολοφόνοι, που ο ένας εξόντωνε τον άλλον και τον ξαναγεννούσε από την αρχή, φονιάδες και σωτήρες!
Σε μια εξερεύνηση σωμάτων, πόντο πόντο, χιλιοστό χιλιοστό. Το δωμάτιο γεμάτο ήχους, ιδρώτα και πάθος, που όμοιο του κάνεις από τους δύο δεν είχε ξανά ζήσει!
Ο ένας μέσα στον άλλον, βαθιά, παθιασμένα, δυνατά, απόλυτα και αρμονικά!
Ήταν πια ένα, πιο ένα δεν γινόταν, το απόλυτο ένα!
Σαν καλλιτέχνες, σαν χορευτές, σαν ροκ σταρ, στην δική τους σκηνή, στην δική τους παράσταση, στην δική τους πρεμιέρα!
Μεγαλοπρεπείς και θεϊκοί!
Εκείνο το απόγευμα…Ο Θεός υποκλίθηκε!:!
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ..