Γράφει η Χρυστάλλα Σωτηρίου
Κουράστηκες να ζεις μέσα στη βαρετή ρουτίνα σου ε; Κάθε μέρα τα ίδια: ξύπνημα, καφές, δουλειά, σπίτι, καθαριότητα, μαγείρεμα, συμμάζεμα, μπάνιο τα παιδιά, ετοιμασίες για το επόμενο πρωί και πάλι από την αρχή.
Στην καλύτερη περίπτωση λίγο χουζούρεμα στον καναπέ, ξεφύλλισμα κάποιου βιβλίου, βόλτα το σκυλί και χάζεμα στην τηλεόραση. Κι αν είσαι τυχερός πας και για ένα καφέ με φίλους. Κι ύστερα στο κρεβάτι με ή χωρίς παρέα για να τελειώσει και να αρχίσει πάλι μια νέα, σχεδόν ίδια μέρα με τη χθεσινή. Δε θα μπορούσε κάτι να έσπαγε αυτή τη ρουτίνα που αρχίζει να σου προκαλεί άγχος και θλίψη; Κάτι διαφορετικό, κάτι καινούριο, κάτι που να σε ταρακουνήσει λιγάκι βρε αδερφέ… Κάτι λιγότερο “νορμάλ”;
Θα σου μιλήσω λίγο, λοιπόν, για το δικό μου νορμάλ. Για το νορμάλ χιλιάδων ανθρώπων που ζουν κάθε μέρα, ώρα και λεπτό παρέα με τη χρόνια πάθησή τους.
Το δικό μου νορμάλ έχει πια γεμίσει με άσπρες και γαλάζιες ρόμπες γιατρών, νοσοκόμων, φυσικοθεραπευτών και η αυλαία του κοσμείται με άχαρες, βαριές, πράσινες κουρτίνες. Το δικό μου νορμάλ είναι μία βαλίτσα που πηγαινοέρχεται από το σπίτι στο νοσοκομείο, γεμάτη με πακετάκια από φαρμακευτικά σκευάσματα, σωληνάκια, βελόνες και μία φιάλη οξυγόνου. Το δικό μου νορμάλ παλεύει να αντέξει σε μία κοινωνία ανθρώπων που η ανθρωπιά που τους έχει απομείνει μόνο νορμάλ δεν είναι. Ξυπνάει το πρωί και αγωνίζεται να φέρει εις πέρας αυτά που εσύ βρίσκεις βαρετά, ώσπου να καταφέρει να φτάσει το βράδυ. Κι όταν φτάσει το βράδυ είναι σαν μία μεγάλη γιορτή. Θα τολμούσα να πω πως είναι ενας θρίαμβος. Στο δικό μου νορμάλ αν καταφέρεις να φας, να κάνεις ένα μπανάκι, να ετοιμάσεις την τσάντα σου και να μπορέσεις να πας στη δουλειά και να αντικρίσεις τα βλέμματα που σε στραβοκοιτάζουν μόλις επέστρεψες από την άδεια ασθενείας σου – λες και ξάπλωνες για μια βδομάδα στις Μαλδίβες πίνοντας χυμούς και κοκτέιλ από εξωτικά φρούτα- τότε μπορείς να θεωρείς τον εαυτό σου νικητή. Μπορείς να καρφιτσώσεις το πρώτο σου παράσημο, όχι στο πουκάμισό σου, μα στη ψυχή σου.
Σε σένα απευθύνομαι, λοιπόν, σήμερα, που ζεις στο ίδιο νορμάλ με μένα.
Πάρε ένα παράσημο για όσες φορές δεν έπαιρνες ανάσα τη νύχτα, μα το πρωί όταν σε άγγιξαν οι πρώτες αχτίδες του ήλιου, οι μουδιασμένοι μύες του προσώπου σου κατέληξαν με προσπάθεια σε ένα μουδιασμένο χαμόγελο. Κι ένα άλλο παράσημο για τις μέρες που παρέλυσαν τα πόδια σου, μα εσύ σύρθηκες στο πάτωμα κι ανέβηκες τη σκάλα- γολγοθά! Ενα άλλο παράσημο για την αισιοδοξία σου που φωτίζει τα μάτια σου και που δεν την κρατάς μόνο για σένα, αλλά τη μοιράζεσαι και με όσους συναντάς στο νοσοκομειακό θάλαμο. Και το μεγαλύτερο παράσημο που σηκώνεσαι όταν σε γονατίζουν τα βλέμματα, οι λέξεις και οι πράξεις όσων δεν καταλαβαίνουν. Αυτών που σε σχολίασαν και είπαν ότι εκμεταλλεύεσαι την πάθησή σου για να βολεύεσαι. Αυτών που σε έβρισαν γιατί κατέβηκες μία μέρα χαρούμενος από το αυτοκίνητο που πάρκαρες στο χώρο στάθμευσης για άτομα με αναπηρίες. Αυτών που ζητούν τη μιζέρια σου για να πειστούν ότι κάτι σου συμβαίνει και αυτών που σου πατούν την αξιοπρέπεια, ζητώντας σου αποδείξεις της αναπηρίας και της ταλαιπωρίας σου. Αυτών που ζουν στο βαρετό δικό τους νορμάλ…
Το δικό μου νορμάλ δεν είναι ηρωικό. Το δικό μου νορμάλ δεν είναι ιδιαίτερο και ξεχωριστό. Το δικό μου νορμάλ είναι το εν δυνάμει δικό σου νορμάλ. Είναι το νορμάλ πολλών ανθρώπων, πολλών ακόμα μικρών παιδιών. Το δικό μου νορμάλ μου έμαθε να νιώθω ευγνωμοσύνη για όσα οι άλλοι θεωρούν βαρετή ρουτίνα. Το δικό μου νορμάλ είναι απρόβλεπτο, όπως και το δικό σου. Κι όσο κι αν με ταλαιπωρεί, το αγαπώ. Το αγαπώ γιατί είναι δικό μου.